Σε σκηνοθεσία του Σταμάτη (λέγε με Σταματία) Φασουλή (...) έγινε η πολυσυζητημένη πρεμιέρα του έργου το “Τρίτο Στεφάνι” του Κώστα (λέγε με Κωνσταντίνα) Ταχτσή, στις 4 Ιανουαρίου ημέρα Τετάρτη, η οποία αν εξαιρέσει κανείς τις δυο υπέροχες ερμηνείες των πρωταγωνιστριών Νένας Μεντή και Φιλαρέτης Κομνηνού, τα ωραία κοστούμια της Ντέννης Βαχλιώτη και τις γρήγορες σχετικά εναλλαγές των σκηνικών, κύλησε αργά, κουραστικά, γιατί όχι και φλύαρα, πολλοί των θεατρόφιλων που γέμισαν την πλατεία τουλάχιστον του θεάτρου -τα θεωρεία δεν έσφυζαν από κόσμο- την εγκατέλειψαν στην πρώτη πράξη.
Για μας, αυτό θα μπορούσε να ήταν και το τέλος της παραστάσεως, το φινάλε της πρώτης πράξεως, αφού ένα ολόκληρο μυθιστόρημα βιβλίο, όσες φιλότιμες προσπάθειες και αν κάνει κάποιος, είναι αδύνατο να το συμπιέσει σε μια θεατρική παράσταση, έστω και τεσσάρων ωρών!
Το θέατρο είναι θέατρο, και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον κινηματογράφο. Στον οποίο παρά τα πάμπολλα εξωτερικά γυρίσματα που έχει στη διάθεσή του ο σκηνοθέτης, και εκεί, πάλι δεν καταφέρνει να αποδώσει με λεπτομέρεια τις σκηνές ενός βιβλίου, τριακοσίων ή και εξακοσίων σελίδων.
Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους διέπρεψαν ακόμα η «Κόρη» της Νίνας (Φιλαρέτης Κομνηνού), και ο άσωτος γιος της Εκάβης (Γιάννης Στάνκογλου).
Αρκετές σκηνές του έργου θα μπορούσαν να συμπτυχθούν ή και να καταργηθούν με οποιοδήποτε “κόστος”, αν το έργο παίζονταν στα χρονικά περιθώρια, έστω, των δυο-δυόμιση ωρών, άποψη μας είναι ότι θα ήταν πολύ καλύτερο, ο κόσμος δεν θα έχανε τη σειρά των εναλλαγών και των σκηνών, δεν θα το βαριόταν όσο το βαρέθηκε! Γιατί όχι και κουράστηκε.
Στα αρχαία ελληνικά θέατρα μπορεί ο κόσμος να έβλεπε θέατρο από την ανατολή του ηλίου μέχρι την δύση του, αυτό δεν ήταν μόνον μία παράσταση αλλά εννιά, με διαφορετικό περιεχόμενο και διαφορετικό συγγραφέα. Πέραν του ότι είχε και την πολυτέλεια να γευματίζει στις εναλλαγές των έργων, ή να κάνει αρκετά μεγάλα διαλείμματα. Και οι παραστάσεις εκείνες, κρατούσαν από μία, έως το πολύ, μιάμιση ώρα.
Εκτός του εκνευριστικού εκείνου της διαχωριστικής κουρτίνας στα σκηνικά που δεν υπολογίστηκε σωστά και μπερδεύονταν συνεχώς στα κεφάλια των ηθοποιών, μεγάλο φάουλ και ατόπημα σκηνοθετικό θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε το φινάλε, που παρουσίασε εκτός έργου το τραγικό και εξευτελιστικό τέλος του Ταχτσή (το έργο δεν το έγραψε μετά θάνατον).
Τον οποίον ξεφωνημένο τραβεστί, κατακρεούργησαν αλλά Συργιανόπουλου, αυτοί που τον πηδούσαν! Και που παρέτεινε την παράσταση αδικαιολόγητα για ένα δεκάλεπτο χρόνου, ίσως και περισσότερο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.